Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από 2020

To τσίμπημα του κουνουπιού

  Φευγάτο λίμνης άγριο με τσίμπησε κουνούπι μα εγώ απ το κρεβάτι μου δεν το κουνάω ρούπι Βάζω το μαγικό υγρό και δεν ξαναπατάει κανένα πλέον έντομο να έρθει δεν τολμάει Έκοβε βόλτες το άτιμο πάνω από το κρεβάτι και παραλίγο κόντεψε να μπει μέσα στο μάτι Μα εγώ στάθηκα ψύχραιμος τράβηξα το σεντόνι και το κεφάλι σκέπασα- το έργο να τελειώνει

Από ποιά έχω γλιτώσει

  Τον ουρανό μου στόλιζες με αστέρια Σε έβλεπα και μου έτρεμαν τα χέρια Μα τώρα που με έχεις ξενερώσει Λέω Θεέ μου από ποιάν έχω γλιτώσει Κάποτε για σένα έπινα μπίρες Αλλά ψηλά τον αμανέ τον πήρες Νόμιζες σαν εσένα καμιά άλλη Δεν είχα εγώ κορώνα στο κεφάλι Τελειώσαμε και αυτό έχω να λέω Δεν έχω να σου πω κανένα νέο Όλα είναι όπως τα άφησες πριν φύγω Και σε άλλο πρόσωπο μοιραία καταλήγω

Το ξενέρωμα

  Χορό στήνει η νύχτα ως το ξημέρωμα Κι ακόμα να συνέλθω απ το ξενέρωμα Μου χάρισες απλόχερα το μίσος σου Θα σου άρεσε πολύ αν ήμουν ίσος σου Φρικάρω όταν σε βλέπω και πληγώνομαι Και πάω στον καθρέφτη και μουτζώνομαι Πώς στάθηκα ο τρελός καιρό εγώ πλάι σου Και σε άντεχα στα κάτω και στα χάι σου

Ψυχούλα μου ευαίσθητη

  Ψυχούλα μου ευαίσθητη στον κόσμο των τεράτων Κάνε μέχρι το βάθος σου αγιασμό υδάτων Υπομονή μέχρι να πας Στον κόσμο των πνευμάτων Δεν θα σε βασανίζουνε τα πάθη των σωμάτων Ψυχούλα μου ευαίσθητη δεν είσαι για εδώ πέρα εδώ σκοτώσανε το φως και βίασαν την μέρα και δεν τολμώ πλέον να βγω στον καθαρό αέρα η μοναξιά μου φόρεσε με τον καημό μου βέρα.

Συννέφιασε στην Καστοριά

  Συννέφιασε στην Καστοριά και σήκωσε αέρα, οι βάρκες ταξειδεύουνε στην λίμνη πέρα ως πέρα. Τα φώτα τρεμοσβήνουνε και φεύγει τώρα η μέρα Αύριο έρχεται η ψυχρή και άχρωμη Δευτέρα Συννέφιασε στην Καστοριά Κι ο κόσμος περπατάει Πίνει καφέ, τρώει παγωτό κι ατέλειωτα μιλάει Κοιτώντας τον ορίζοντα προβλήματα ξεχνάει Και το ηλιοβασίλεμα στον έρωτα μιλάει

O φόβος του κορονοιού

  Τι μας κρατάει ζωντανούς, μια κλωστή δεμένη Η τύχη πια τους τολμηρούς στα αλήθεια τους τρελαίνει Φόβε δεν θα αρρωστήσουμε, στο μνήμα δεν θα πάμε Θα μείνουμε όλοι όρθιοι αξίες να φυλάμε Τι μας ξυπνά το πρωί- το φως μετά το σκότος Αυτό που δεν εκτίμησε ο άνθρωπος ο πρώτος Τι μας κρατάει στην ζωή, η μάσκα και οι αποστάσεις Την πάτησε όποιος πρόβαλλε μεγάλες αντιστάσεις

Τα βράδια της Καστοριάς

  Παρέες μαζευόμαστε τα βράδια στον Ανθό λέμε τα αστεία λέμε και το σοβαρό απολαμβάνουμε ένα γλυκό ποτό και έτσι ξεχνάει ο καθένας τον καημό Παρέες μαζευόμαστε τα βράδια στον Ανθό στην ανηφόρα στο μπαλκόνι το παλιό ακούμε ένα σκοπό νοσταλγικό που μας πηγαίνει σε ένα κόσμο μαγικό

Η λίμνη της Καστοριάς

Η λίμνη της Καστοριάς, ωραίο είναι τοπίο Ζωγραφισμένη απ το Θεό, σε τέλειο σημείο Πάπιες την ομορφαίνουνε, και βάρκες αραγμένες που να βρω στον πλανήτη μας τέτοιες συντεταγμένες Πολλοί διαβάτες χαίρονται μια βόλτα στα νερά της με τέλειο ηλιοβασίλεμα αν είναι στα καλά της Και απολαμβάνουν τον καφέ, σεργιάνι και αγναντεύουν γύρω απ την λίμνη μια ζωή, τα όνειρα πλανεύουν.

Ο ψαράς της λίμνης

  Με υπομονή για την ψαριά, στην λίμνη όλη μέρα πετάει το αγκίστρι του στον καθαρό αέρα Και μέχρι ψάρι να πιαστεί αράζει με τσιγάρο και όσο η ώρα του περνά γεμίζει ένα τελάρο Ο ήλιος πάντα τον χτυπά, και είναι μαυρισμένος κι ίσως με φίλους και γνωστούς συνέχεια μαλωμένος την άκρη και το νόημα τα βρίσκει στο καλάμι και απ το πολύ το ψάρεμα ιδρώνει η παλάμη

O ένοικος

  Σε ένα δωμάτιο κλειστό η μοναξιά γλεντάει Το δίκτυο το κοινωνικό τον ένοικο ρουφάει Φαίνεσθαι και εγωισμός σε όλο το μεγαλείο Μια σκοτεινή διαδρομή πίσω από προσωπείο Πίσω απ την μάσκα κρύβεται βουβή όλη η θλίψη Επί πτωμάτων πάτημα χωρίς καμία τύψη Να δούμε που θα πορευτεί ο άνθρωπος εν τέλει Η μοναξιά κι ο εγωισμός τον έκαναν κουρέλι

Το όνειρο

  Μου έλεγες πώς έβαζα πάντα ψηλά τον πήχυ Και έτρωγα τα μούτρα μου και έβριζα την τύχη Και έμεινα να περπατώ δίπλα από την λίμνη Έδεσα το καράβι μου γερά από την πρύμνη Και όλο αναλογίζομαι που φταίω και δεν βρίσκω Μάτια με κατανόηση ζητώ και παίρνω ρίσκο Και όταν τελειώνει το όνειρο με πόνο στο κεφάλι Ζητώ πάλι εσένανε σε αγάπης παραζάλη

Μέσα στην άκρη του μυαλού

  Μέσα στην άκρη του μυαλού εσύ όλο ταξιδεύεις σημάδια αλλιώτικου καιρού με διώχνουν και το ξέρεις Περνάν οι καθημερινές στο ίδιο το μοτίβο και γω από το μαντήλι μου τα μαύρα δάκρυα στίβω Σκοτάδια γύρω μου παντού και συ κερί αναμμένο τρελή εσύ παρηγοριά σε κόσμο γκρεμισμένο Μέσα στην άκρη του μυαλού καράβι αραγμένο με καπετάνιο αλκοολικό αγκυροβολημένο Περνάν οι νύχτες μόνες τους , στερνές χωρίς παρέα και κάνουνε τα όνειρα να είναι αβυσσαλέα Αλλά ξανά στην μοναξιά στέκομαι οχυρωμένος με μια ελπίδα να φανείς, στον ξύπνιο τρομαγμένος

Τελειώσαν οι παρτίδες

  Δεν θέλω να με βλέπεις αδύναμο Πάντα σε κοιτούσα στα μάτια μα ώρες ώρες με λυγίζεις και την ψυχή μου αγγίζεις Δεν μπορέσα να σε κερδίσω κι ίσως δεν μπόρεσα να κρύψω πόση αγάπη σου είχα πόση τον πόνο μου είχες λιώσει Μα αποφάσισες πρόωρα να μην έχουμε παρτίδες κι έτσι τελειώσαν οι ελπίδες

Αύγουστος μήνας με βροχές

  Αύγουστος μήνας με βροχές Και εγώ που κόλλησα στο χτες Δεν θε να ξεκολλήσω Με του καιρού τις αλλαγές Και τις πολλές συναλλαγές Ξανά θα μαρτυρήσω Το αύριο είναι πονηρό Άλλος μακρύ κι άλλος κοντό Και άκρη πια δεν βγάζω Μέσα στου εγώ την φυλακή Έμαθα μέσα στην σιωπή Τα μάτια να διαβάζω Αλλά μου έμεινες εσύ Σε αυτήν την δύσκολη εποχή Πλάι σου να κουρνιάζω Κι όταν με πιάνει ταραχή Και μου μιλάς μονάχα εσύ Μέσα μου αγαλλιάζω

Άτιμος κορονοιός

  Άτιμος κορονοιός χτυπάει σε όλους την πόρτα και όσοι δεν τον πιστεύουνε τρώνε κουτά τα χόρτα Τα κρούσματα εμφανίζονται το ένα μετά το άλλο σε καραντίνα δεύτερη δεν θέλω να την βγάλω Άτιμος κορονοιός, που έχει δυναμώσει φορέστε όλοι την μάσκα σας, διότι θα σας σώσει γιατί ετούτο το κακό δεν βλέπει ηλικία προπάντων η ασφάλεια και η δημόσια υγεία.

Θα αδυνατίσω

  Θα αδυνατίσω, στο υπόσχομαι εαυτέ μου για να ζήσω Κιλά θα χάσω, παλιέ μου εαυτέ θα σε ξεχάσω Γίνονται όλα, θέληση πίστη και το απέξω έφαγε φόλα Πρώτα για μένα, η ηλικία κρίσιμη και τα άλλα τετριμένα Το δε βαριέσαι πάει το ξέχασα εαυτέ μου θα χτυπιέσαι Εν κόποις κτώνται βραβείο η υγεία όλα από κείνην εξαρτιώνται

Όνειρα με ημερομηνία λήξης

  Εκεί που φλυαρούσαν τις νύχτες τα στόματά τους σώπασαν και κρύφτηκε ο καθένας στο καβούκι του σε μια απρόσωπη αριθμητική μοναξιά κάτω του μετρίου, φοβισμένοι από την κρίση του κορονοιού και την οικονομική, μην περιμένοντας αύριο, χαμένοι σε ένα προσωπικό υπερπέραν, φτωχής ματαιδοξίας, σε ένα τώρα νωθρό σαν το χτες, κάνοντας όνειρα με ημερομηνία λήξης....

Ο αγώνας

  Κάποτε ήταν ομαδικός τώρα προσωπικός, κρυμμένος πίσω από τον εγωισμό μας, η ανάγκη για επιβίωση και επιβεβαίωση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το θεαθήναι, τα λάικ, αλλά πουθενά η ψυχική ηρεμία, προτάσσεται το κενό καλύτερο απ την ουσία των πραγμάτων, και ο αγώνας συνεχίζεται απ το πρωί ως το βράδυ για να πολεμήσουμε τις ανασφάλειες και τα πάθη μας σε ένα μεγάλο φαύλο κύκλο άυλο και να βρούμε έστω έναν συνοδοιπόρο σε αυτόν έστω να μυρίζει την ανάσα μας και να αντιλαμβάνεται τι αισθάνεται ο ένας για τον άλλον

Να αγαπάς να συγχωρείς

  Να αγαπάς να συγχωρείς σε δίκαιο αγώνα και ας τρέχεις με τις σκέψεις σε άλλο Μαραθώνα γιατί έγινε σκληρή η ζωή και ο εγωισμός νικάει σπάνια να βρεθεί καρδιά σε όλα να σε πονάει Να δέχεσαι τους γύρω σου με ανοιχτές αγκάλες την μοναξιά σου άφησε να γκρεμιστεί απ τις σκάλες και γίνε το παράδειγμα για εχθρούς μα και για φίλους να ακούς τους χτύπους την καρδιάς την νύχτα σαν τους γρύλους

Αγρίεψε ο κόσμος πολύ

Αγριέψε ο κόσμος πολύ και οι λογικοί γίναν τρελοί κι οι πονηροί επιβιώνουν τους καλούς όταν μαλώνουν Αγρίεψε ο κόσμος πολύ στο περιθώριο μπήκαν οι σοφοί και όποιος έχει τα λεφτά κάνει κουμάντο για καλά Αγρίεψε ο κόσμος πολύ και μπήκε σε εθελούσια φυλακή μέσα στο σπίτι μπροστά απ το P.C και έγινε ακριβή και η ηδονή Αγρίεψε ο κόσμος πολύ και στα καλά του δεν πατάει δηλαδή φτιάξανε κλίκα όλοι οι κακοί και τον καλό τον καβαλάει η σιωπή

Τα τετραγωνικά της ζωής

Ζούμε σε λίγα τετραγωνικά ακολουθώντας την ίδια διαδρομή την κάθε μέρα συνήθειες κι αν αλλάζουμε ο χρόνος πάει σαν σφαίρα Ζούμε σε λίγα τετραγωνικά κι όλο κάτι σπάει την ρουτίνα και μένουμε συνήθως μοναχοί σαν έρθει η έλλειψη και η πείνα Ζούμε σε λίγα τετραγωνικά με τα αντικείμενά μας πολεμάμε κι η τέχνη βγαίνει στο σφυρί όταν στα αλήθεια αγαπάμε

Η μοναξιά

Την μοναξιά μου πώς θα θεραπεύσω της μουσικής το άτι θα ιππεύσω μέσα απ τις νότες μοναχά θα ταξιδέψω λίγη απ την γλύκα τους να κλέψω

Η Κυριακή ( δεύτερο μέρος)

Η Κυριακή τι μέρα κι αυτή όταν έχει λιακάδα βόλτες να κάνεις σου έρχεται  σε όλη την Ελλάδα Κι αν έχεις ταίρι ακριβό πρέπει να το προσέχεις στά μάτια του να το κοιτάς να αγαπάς να αντέχεις Η Κυριακή μέρα κι αυτή όχι όπως οι άλλες η μέρα που επιτρέπονται τα γλέντια και οι κραιπάλες Κι αν είσαι μες τους τυχερούς θα λάμψει ο έρωτας σου θα ανάψει η αγάπη τους πυρσούς θα λάμψουν τα όνειρά σου

Θεμέλιος λίθος

Θεμέλιος λίθος η αγάπη στην οικογένεια και τις σχέσεις να μην την κλείσεις στο ντουλάπι όσο και αν πονέσεις Τσιμέντο η στοργή το χάδι στην σύζυγο και τα παιδιά σου αλλιώς θα πέσεις στο σκοτάδι και θα ναι άδεια η αγκαλιά σου

Στο δρόμο πάω σιιωπηλός

Στο δρόμο πάω σιωπηλός μέσα στην νύχτα μοναχός ψάχνοντας ηρεμία Είναι ο καιρός μας πονηρός κι άτιμος κορονοιός μας στήνει στην γωνία Έξω ο κόσμος ζωντανός και εγώ στα μέσα μου νεκρός κάνω αγρυπνία Σε ένα δωμάτιο φωτεινό, έμεινε το όνειρο μισό στην φαντασία

Σάββατο βράδυ

Σάββατο βράδυ και νιώθω μοναξιά δεν κοιμάμαι μέσα στην δική σου αγκαλιά τα φώτα σβήνουν μένει τώρα η ερημιά και τα σεντόνια καίνε σαν φωτιά Σάββατο βράδυ κι είμαι μόνος μου πολύ εγώ σε υπολόγιζα μα έφυγες εσύ τραβάει ο καθένας δρόμο χωριστό κι έμεινε φτωχό και μόνο το δειλινό

Ένας άνθρωπος μόνος

Ένας άνθρωπος μόνος που δεν έχει σχέσεις είναι κόκκος στην άμμο που εσύ πας να πέσεις Ένας άνθρωπος μόνος που απ το σπίτι δεν βγαίνει είναι δάκρυ που πέφτει και την γη αρρωσταίνει Ένας άνθρωπος μόνος στην σοφία στην γνώση την φαιά του ουσία έχει καταναλώσει Ένας άνθρωπος μόνος κάθεται στην πλατεία νοσταλγεί του ανθρώπους και γυρεύει ηρεμία Ένας άνθρωπος μόνος την αξία δεν χάνει τον προδώσαν οι φίλοι και έχει μείνει χαρμάνι Ένας άνθρωπος μόνος, με προβλήματα χίλια το πρωί μας κοιτάζει από μισάνοιχτη γρίλια Ένας άνθρωπος μόνος που δεν έχει παρέες νοσταλγεί πια τους φίλους τις στιγμές τις ωραίες και για μέλλον κοιτάζει να βρει άτομα νέα και να βρει την γυναίκα που ψυχή έχει ωραια

Οι νύχτες

Οι νύχτες χωρίς την αγκαλιά σου πονάνε πιο πολύ Και πια ούτε με σκέφτεσαι τι κάνω δηλαδή Εγώ στον κόσμο μου κι εσύ σ άλλη τροχιά της φαντασίας μου κι ας λύνω τα σχοινιά Οι νύχτες κυλάνε τόσο αργά σαν τις γριές στο δρόμο και τα όνειρα αγρίεψαν κι αυτά μου φέρνουν τρόμο εγώ σε μια γωνιά ποιήματα να γράφω με πινελιές αλλόκοτες τις μνήμες μου να βάφω Οι νύχτες δεν βρίσκουν γιατρειά μ αλκόολ ούτε τσιγάρο μόνο αρχαίες προσευχές στα σοβαρά θα πάρω να πέφτω εγώ γονατιστός να φύγει η αμαρτία σε ένα κόσμο αφύσικο γεμάτο με κακία

Ο Ληθαίος

Ποτάμι παλιοπόταμο, ποτάμι αντρειωμένο μου έχεις πάρει το μυαλό και μένα τον καημένο. Στη λήθη του σε ξέχασα, στην λήθη σε θυμάμαι και με την λήθη την γλυκιά πλάι σου θα κοιμάμαι Ρηχά τα έχεις τα νερά και βρώμικα τα ψάρια στις όχθες σου φιλήθηκαν, πολλά πολλά ζευγάρια οι πάπιες αρμενίζουνε θαυμάζουν οι διαβάτες του κάμπου του Θεσσαλικού ομόρφυνες τις πλάτες

Μια μέρα ίδια

Μια μέρα ίδια σαν όλες τις άλλες χωρίς συγκινήσεις και άδειες μπουκάλες Μια μέρα ίδια στην ίδια πόλη και το μυαλό μου μες την φορμόλη Οι δρόμοι άδειοι τα καφενεία κι οι διαθέσεις ψυχιατρεία Μια μέρα ίδια με αρμονία μια μελωδία, μια συγχορδία

Περπάτημα στο απόβρεχο

Περπάτημα στο απόβρεχο και λάσπη μαζεμένη έχω τα μάτια ορθάνοιχτα και μια ψυχή βρεγμένη Στο κλείσιμο των ουρανών να βγω βρήκα ευκαιρία και άνθρωποι μόνο δυό τρεις ήταν στα καφενεία Περπάτημα στο απόβρεχο στην άκρη αυτής της πόλης πιο δίπλα μου τσακώνονταν ένας λαχειοπώλης την τύχη κάποιος έβριζε - κάποια θα είχε αιτία πιο πέρα κάποιο αδέσποτο γάβγιζε με μανία

Σκοτεινός και απροσδιόριστος

Πάντα θα μένω σκοτεινός και απροσδιόριστος τόσα χρονάκια δάσκαλος αδιόριστος με την κιθάρα στην μισή πατρίδα να φτιάχνω κάθε χρόνο νέα ελπίδα Πάντα θα μένω σκοτεινός και απροσδιόριστος τόσα χρονάκια από το σπίτι μου εξόριστος να χάνομαι από φίλους και παρέες κάθε Σεπτέβρη σε προκλήσεις νέες Πάντα θα μένω σκοτεινός και απροσδιόριστος κανείς δεσμός δεν έμεινε αχώριστος μας χάλασαν τις σχέσεις οι αποστάσεις κάθε υπουργός και άλλες αποφάσεις

Σκέφτομαι

Σκέφτομαι πώς θα ταν η ζωή χωρίς εσένα ένα κελί σε φυλακή ή σε ψυχιατρείο Μέσα στην απομόνωση σε μια θλίψη παρθένα Όλα ίδια θα μου φαίνονταν κι η ζέστη και το κρύο Σκέφτομαι πώς θα ταν η ζωή χωρίς εσένα στιγμές ατέλειωτης σιωπής κι όνειρα πεταμένα μια μαυρίλα απέραντη σε τούνελ και σκοτάδι Μια νύχτα δίχως πρωινό χωρίς φιλί και χάδι

Υποκριτής

Άλλα λες και άλλα κάνεις, και μιλάς για ηθική μέχρι και στα άκρα φτάνεις, ψεύτη και υποκριτή Δεν κοιτάς τον εαυτό σου που είσαι τόσο αμαρτωλός τι νομίζεις οποιος σε ακούει είναι αθώος και χαζός? Άλλα λες και άλλα κάνεις και μιλάς για το Θεό που όλο πας και τον δοξάζεις, μα άλλα έχεις στο μυαλό Δεν κοιτάς τον εαυτό σου που σαι κάτω απ το μηδέν πάντοτε σου φταιν οι άλλοι και οι μεν μα και οι δεν.

Μες τον ύπνο βυθισμένος

Μες τον ύπνο βυθισμένος μεσημεριανού καιρού πάλι σε είδα στο όνειρο μου μα εσύ κοιτάς αλλού Μες τον ύπνο βυθισμένος γύρισα που λες πλευρό κι ήσουν δίπλα μου το ξέρω ξύπνησα,,,,που να σε βρω? Μες τον ύπνο βυθισμένος σε ανοιξιάτικο ουρανό αχ στην αγκαλιά να σε είχα μόνο για ένα πρωινό Κι ύστερα να σε παρακαλούσα κλαίγοντας γονατιστός και γλυκά να σε φιλούσα, κι ας το ζούσα μοναχός.

Καθώς τα αστέρια σε μαγεύουν

Tα μάτια σου στο μισοσκόταδο φωτιές Είσαι κερί στο σκότος αναμμένο και γίνομαι μια απ τις σκιές μέσα στο δώμα σου, ένα πνεύμα φοβισμένο Τα χείλη σου πριν την σιωπή κουπιά με βάρκες το μυαλό μου ταξιδεύουν και στο κρεβάτι μια κρυφή ηδονή με προσκαλεί καθώς τα αστέρια σε μαγεύουν.

Πριν απ τον ύπνο

Έγειρε η βάρκα μου Κλείνουν τα μάτια μου Σαν τις κουρτίνες που πέφτουν Στης μέρας την αυλαία Κορμί μυαλό κουράστηκαν Να εργάζονται για ώρες Μα η ψυχή μου σαν παιδί Κουνιέται σε αιώρες Και όταν σε σκέφτεται πονά Κλαίει και δεν αντέχει Στον κόσμο έμεινε μόνη της Και για τους άλλους τρέχει

Στον Μανώλη Γλέζο

Τίμιος αγωνιστής και γνήσιος πατριώτης Η επανάσταση έρωτας της πρώτης του της νιότης Του φασισμού κατέβασε την τραγική σημαία και στα γεράματα ένδοξα έπεσε η αυλαία.

Βροχή και καραντίνα

Βροχή και καραντίνα φορώ την καμπαρντίνα και βγαίνω για δουλειές του αύριο και του χτες Βροχή και καραντίνα και την περνάμε φίνα με χίλιες μουσικές παρέες καρδιακές Βροχή και καραντίνα της πανδημίας σειρήνα στα αυτιά μας θα ηχεί ο τζίτζικας κι αν βγει Βροχή και καραντίνα μέχρι να ρθει η πείνα και τότε να μας δω….. στο δύσκολο καιρό

Η καραντίνα

Το μάτι ανοίγει απ το πρωί πηγαίνω στο σαλόνι κοιτάζω απ το παράθυρο καπνίζω στο μπαλκόνι Στο φούρνο τρέχω έπειτα ψωμί να εξασφαλίσω η γειτονιά ερήμωσε κανείς για να μιλήσω Το φαρμακείο γέμισε παππούδες και γιαγιάδες και δύο στο μισάωρο περνάν ντελιβεράδες Πηγαίνω για περπάτημα με το χαρτί στο χέρι θα ρίχνω αντισηπτικό μέχρι το καλοκαίρι

Το μπαλκόνι της απόγνωσης

Σε ένα μπαλκόνι βρέθηκα τον δρόμο να κοιτάζω τσιγάρο και τον ουρανό στα ίσα να κοιτάζω Άδειος ο δρόμος και βουβός τα φώτα δεν ανάβουν μα οι φωνές στη γειτονιά μερόνυχτα δεν παύουν Σε ένα μπαλκόνι κάθησα δίπλα από τα λουλούδια η πόλη όλη παρέλυσε και δεν ακούς τραγούδια Μαράθηκαν τα λούλουδα δεν είναι ποτισμένα τα μάτια της γειτόνισσας κοιτούν απεγνωσμένα

O αόρατος εχθρός

Περιπολούν για τον αόρατο εχθρό κι οι άνθρωποι κλεισμένοι μες τα σπίτια στους δρόμους πια διστάζουνε να βγουν και ζουν από συνήθεια Τα μαγαζιά τα καφενεία δίχως φως κι απέραντη σιωπή σε όλη την πόλη άλλοι ψάχνουν για το τι έγινε και πώς να δούμε πότε θα βρεθεί το εμβόλι

Κορωνοιός 2

Κόλλησα κορονοιό με βάλαν καραντίνα κι έχω να δω το σπίτι μου από Φλεβάρη μήνα Κόλλησα κορονοιό και κλείστηκα στο σπίτι φαί απ το παράθυρο μου φέρνουν σαν σπουργίτι

Κορωνοιός

Γρήγορα φόρα την μάσκα βάλε detol, μην είσαι λάσκα γιατί αν δεν σκάσεις σαν την μπράσκα θα τρέχεις μέχρι την Αλάσκα Γρήγορα μείνε στο σπίτι και κλείσου μέσα αν τρέχει η μύτη εσύ αρρώστησες βρε αλήτη ίσως κι ολόκληρο πλανήτη

Ο καφές στο χέρι

Πάρε καλέ μου Έλληνα ένα καφέ στο χέρι και βγες περπάτα σε εξοχές, ήλιος σαν καλοκαίρι κι αν δεις μαζεύονται πολλοί, γρήγορα κόψε πέρα ζήτα ξανά την μοναξιά και καθαρό αέρα

Καβγάς σε σούπερ μάρκετ

Τα ψώνια τσακώνονται να παν να κάνουν ψώνια και σκάνε οι εγωισμοί που εχουν σαν παγόνια από το να προλάβουνε χτυπάνε τα σαγόνια φουσκώσε ο αέρας τα μυαλά σαν να τανε μπαλόνια

Ατομική ευθύνη

Ατομική η ευθύνη καθενός δεν φταίει καθόλου ο Θεός στον άνθρωπο έδωσε το νου για να κινείται που και που Αν βγαίνεις έξω δηλαδή πες μου ποιός θα σε λυπηθεί τα μάτια βγάζεις μοναχή με τα χεράκια τα ευλαβή.

Υπομονή

Με υπομονή ατέλειωτη να είμαστε οπλισμένοι Κανείς από αύριο κανείς στον δρόμο να μην μένει Με υπομονή και προσοχή Απ το πρωί ως το βράδυ Η καρτερία κι η αντοχή να ναι αχανές λιβάδι Τρείς ώρες στο δωμάτιο Δυό ώρες στο σαλόνι Τηλεόραση ανοιχτή στο χολ Τσιγάρο στο μπαλκόνι

Για πες μου τώρα κοπελιά

Για πες μου τώρα κοπελιά πώς θα κυλήσει η μέρα άμα δεν σε έχω αγκαλιά στον καθαρό αέρα Σπίτι μαζί ας κάτσουμε να βλέπουμε ταινίες και άμα τελειώσουν πιάνουμε και τις φιλοσοφίες Για πες μου τώρα κοπελιά πώς θα κυλήσει ο χρόνος εδώ τώρα παγκόσμιος κατάντησε ο πόνος Πότε θα λήξει όλο αυτό να πάμε στις δουλειές μας να βρούμε τα πατήματα και τις συνήθειές μας

Πόσο πονάει ο έρωτας

Πόσο πονάει ο έρωτας πόσο τρελά γεννιέται μετά από το σκότος βαρύ η μέρα τυραννιέται Πόσο πονάει ο έρωτας δύσκολο μονοπάτι αρκεί να χει ανταπόκριση ειδάλλως είναι απάτη Πόσο πονάει ο έρωτας το σούρουπο όταν πέφτει κοιτάς μονάχος και γελάς σε ένα διπλό καθρέφτη Πόσο πονάει ο έρωτας την μοναξιά σκοτώνει τα χιόνια που χει η ψυχή σαν καύσωνας τα λιώνει

Στην Κική Δημουλά

Πόσα μεγάλωσες παιδιά τόσα βιβλία τρυφερά που μείνανε στην μνήμη του λόγου μου εν ρύμη Αξίες είχες και ιερά και όλα του κόσμου τα στραβά ίσιωνε η γραφή σου λαμπρό το καθετί σου.

Ο έρωτας

O έρωτας είναι μια στιγμή η τρικυμία στην σιωπή δίνει στο όνειρο γιορτή κάνει καλό το καθετί Ο έρωτας σαν προσευχή όλη η αγάπη κι η στοργή φέρνουν στα χείλη το φιλί τα σώματα στην ηδονή Ο έρωτας δίνει ζωή μέχρι και στο άψυχο κορμί ενώνονται ανάσες δυό σε ένα μεγάλο μακελειό Ο έρωτας είναι το φως αρκεί να ξέρεις τι και πώς την πόρτα χτύπα την σωστή μην σε έβρει μόνο η χαραυγή

Κορονοιός

Τρόμος και φόβος για τον κορωνοιό σπέρνουν οι ειδήσεις πολύ πανικό ξεχνάμε έτσι όμως αλλα πολλά που ναι μεγάλα , σημαντικά Είναι η χώρα σε παρακμή καλύτερα απ όλους περνάν οι χαζοί και ο καθείς ας τρέξει να σωθεί τώρα οι αξίες έχουν χαθεί

Χτυπά την πόρτα ο έρωτας

Χτυπάει την πόρτα ο έρωτας και λογική δεν έχει μα πρέπει πέτρα η καρδιά να γίνει για να αντέχει Χτυπάει την πόρτα ο έρωτας και δεν κοιτά ηλικία ύψος κιλά και πρόσωπο γράφει η ψυχή ιστορία

Καινούρια μέρα

Καινούρια μέρα ξεκινά και η παλιά μας φεύγει κι ο νέος αέρας μου ζητά  την θλίψη να αποφεύγει Καινούρια μέρα ξεκινά με καθαρό κεφάλι το χτες τέλειωσε κι έρχεται  μιας νέας αυγής η ζάλη Καινούρια μέρα ξεκινά με αγάπη και με πάθος πάντα το πριν μας προσπερνά δεν συγχωρεί το λάθος

Τι θέλει ο άνθρωπος

Tι θέλει ο άνθρωπος για να ναι ευτυχισμένος δυό τρεις φίλους μια γυναίκα τρυφερή πέντε έξι όνειρα στο νου του φορτωμένος που θα οδηγήσουν σαν σχεδία την ζωή Τι θέλει ο άνθρωπος καλά για να περνάει δυό τρία αστεία με ένα κόκκινο κρασί ένα ταξίδι εκεί όπου η όρεξη τραβάει σε ένα τόπο που γεμίζει την ψυχή

Σε μια στιγμή

Σε μια στιγμή, σε ένα λεπτό ο έρωτας γεννιέται και ο γλυκός ο πυρετός μ αγάπη τυραννιέται Σε μια στιγμή σε ένα λεπτό όλα γίνονται ωραία ψάχνεις μονάχα το φιλί σε χείλη αβυσσαλέα Σε μια στιγμή σε ένα λεπτό σε ένα κορμί της νιότης γυρεύεις ένα άγγιγμα..... μεγάλη η ωραιότης! Σε μια στιγμή σε ένα λεπτό σκιρτάει η καρδιά σου και γίνεσαι το έρμαιο και θύμα του έρωτά σου

Μέσα στην άγρια μοναξιά

Μέσα στην άγρια μοναξιά έκλαιγα και γελούσα και σαν τρελός επέμενα εσένα να αγαπούσα Μέσα στην πέτρινη σιωπή σε ωκεανούς δακρύων με έβγαλες για άλλη μια φορά πολύ εκτός ορίων Είχαμε όμορφες στιγμές μα οι πολλοί καβγάδες πειράζαν την υγεία μου μου φέρνανε ζαλάδες Κι έτσι το πήρα απόφαση εσένα να ξεχάσω να βγω ξανά με φίλους μου και να το διασκεδάσω

Ποτάμι αγριεμένο

Ποτάμι αγριεμένο η αχαριστία σε σφάζει με το γάντι η μπαμπέσα πολλοί αποδειχτήκαν λίγοι τους τέλειωσε η αλήθεια και η μπέσα Ωκεανός ο εγωισμός και πάθος που έχει συνέχεια τρικυμία εκεί ναυάγησαν σχέσεις σαν πλοία που βλέπαν το σωστό σαν λάθος

Tην καρδιά θα σβήνεις

Πόσο θα με ταλαιπωρείς και την καρδιά θα σβήνεις εγώ που σε περίμενα χρόνια στην αγκαλιά μου Εσύ όμως έμαθες να παίρνεις και δεν δίνεις και έγινες πλέον μια σκιά στα πιο τρελά όνειρά μου Την λογική κατάργησες και την υπομονή μου σαν μια ταινία η σχέση μας που γινε κωμωδία εσύ μεγάλο βάσανο έγινες στην ψυχή μου να με πεθάνεις βάλθηκες χωρίς να ασκήσεις βία